Κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου οι ειδικοί του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων
Καμπανάκι για την αύξηση των ευρωπαϊκών χωρών στις οποίες έχει εμφανιστεί το υπερμολυσματικό στέλεχος του βακτηρίου Klebsiella pneumoniae, κρούουν οι ειδικοί του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC).
Σε έκθεση που δημοσιεύουν σήμερα, επισημαίνουν πως οι χώρες έχουν αυξηθεί από τέσσερις σε δέκα, από το 2018 έως το 2023, ενώ ο αριθμός των παθογόνων που απομονώθηκαν εργαστηριακά εκτινάχθηκε από 12 σε 143.
Οι χώρες στις οποίες έχει εντοπιστεί το στέλεχος είναι οι: Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Ιταλία, Λετονία, Λιθουανία, Ολλανδία και Νορβηγία.
Η “κλασσική” κλεμπσιέλλα της πνευμονίας μπορεί να προκαλέσει ακόμη και θάνατο σε άτομα που θα προσβάλει, ενώ είναι πολύ συχνό στέλεχος σε ελληνικά νοσοκομεία.
Σύμφωνα με τους ειδικούς του ECDC, υπάρχουν πλέον ενδείξεις διαρκούς εξάπλωσης της παγκοσμίως κυρίαρχης γενεαλογίας hvKp ST23-K1, η οποία φέρει γονίδια καρβαπενεμάσης.
Τονίζουν, δε, πως παρόμοια εξάπλωση εντός και μεταξύ των εγκαταστάσεων υγειονομικής περίθαλψης μπορεί ήδη να συμβεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με λιγότερο καθιερωμένη επιτήρηση.
Η εμφάνιση απομονωμένων στελεχών K. pneumoniae με συνδυασμένη υπερμολυσματικότητα και αντοχή σε αντιβιοτικά τελευταίας γραμμής, όπως οι καρβαπενέμες κρίνεται ως ανησυχητική.
Σε αντίθεση με τα “κλασικά” στελέχη K. pneumoniae, τα στελέχη hvKp μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές λοιμώξεις σε υγιή άτομα, που συχνά επιπλέκονται από τη διάδοση σε διάφορα σημεία του σώματος.
Παρόμοια στελέχη του βακτηρίου είχαν παλαιότερα εντοπιστεί κυρίως στην Ασία, με μετάδοση στην κοινότητα, ενώ σπάνια εμφάνιζαν αντοχή στα αντιβιοτικά.
Πρόσφατες αναφορές δείχνουν αυξανόμενη γεωγραφική κατανομή, συσχέτιση υγειονομικής περίθαλψης και αντοχή σε πολλά φάρμακα.
Υγιείς ενήλικοι
Με τη σύγκλιση της λοιμογόνου δράσης και της μικροβιακής αντοχής στα στελέχη hvKp, υπάρχει πιθανότητα δυνητικά μη θεραπεύσιμων λοιμώξεων σε προηγουμένως υγιείς ενηλίκους.
Πρέπει να αναμένεται ακόμη υψηλότερη νοσηρότητα και θνησιμότητα εάν τα ανθεκτικά στην καρβαπενέμη στελέχη hvKp εξαπλωθούν σε χώρους υγειονομικής περίθαλψης και επηρεάσουν έναν ευάλωτο πληθυσμό ασθενών.
Οι ειδικοί του ECDC θεωρούν πως είναι σημαντικό να ανιχνεύεται έγκαιρα η hvKp και να αποτρέπεται η περαιτέρω διάδοση σε περιβάλλοντα υγειονομικής περίθαλψης, προκειμένου να αποφευχθεί η περαιτέρω εμφάνιση γονιδίων καρβαπενεμάσης που φέρουν hvKp ως παθογόνο παράγοντα που σχετίζεται με την υγειονομική περίθαλψη.